Ο φίλος μας Χ. μετά από είκοσι τρία χρόνια βουτηγμένος στον κόσμο των ναρκωτικών και δύο χρόνια και κάτι πλέον καθαρός, είναι στην οικογένεια της ΚΛΙΜΑΚΑ και στο Κέντρο Ημέρας Ομόνοια, ακολουθώντας τα προγράμματά του και ένεκα της Διεθνούς Ημέρας κατά της Χρήσης Ουσιών και της Παράνομης Διακίνησης (26 Ιουνίου) μοιράζεται μαζί μας τη δική του προσωπική ιστορία, όπως ο ίδιος τη βίωσε. Πέρασε από πολλά προγράμματα απεξάρτησης, υποτροπίασε, προσπάθησε ξανά και πάλι από την αρχή, όχι μια, αλλά πολλές φορές. Ο αγώνας υπήρξε σκληρός, δύσκολος και πολύ απαιτητικός, ωστόσο αν έπρεπε ολόκληρη η ιστορία του να καταγραφεί με μια μόνο φράση, όπως ο ίδιος μας είπε, αυτή θα ήταν: «Ζω από τύχη. Πλέον ευγνωμονώ και εκτιμώ τη ζωή». Οποιεσδήποτε άλλες περιγραφές, κρίνονται περιττές, όταν το προσωπικό βίωμα, μιλά από μόνο του:
«Από μικρός πάντοτε, κάτι ήθελα να αλλάξω, κάπως ήθελα να ξεφύγω… Στα δεκατρία, έγινε η πρώτη μου επαφή με το αλκοόλ, όπου κράτησε περίπου ένα χρόνο. Στα δεκατέσσερα, ήπια το πρώτο μου τσιγάρο. Επηρεασμένος από το ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον, έβλεπα ανθρώπους να παίρνουν ναρκωτικά και… δε ξέρω, τους θαύμαζα.
Μου άρεσε πάντοτε το ρίσκο, ο κίνδυνος, η γοητεία του «παράνομου». Φλέρταρα πολύ με τη χρήση, οπότε δεν άργησε και πολύ το πρώτο χάπι, η ηρωίνη, η κοκαΐνη…
Πέρασε ένας χρόνος κάπως έτσι, πέρασε δεύτερος, πέρασε τρίτος. Το ένα τσιγάρο έφερε το άλλο και ύστερα όλα μαζί και η αλήθεια είναι πως τον πρώτο χρόνο δεν έτρεχε τίποτα «σοβαρό» μέχρι που έφτασα δεκαεφτά. Εκεί κατάλαβα πως «έχω μπει μέσα», σε αυτό το φαύλο κύκλο, τον κόσμο των ναρκωτικών.
Η χρήση, έγινε κατάχρηση. Ξυπνούσα θέλοντας να πιω, το κίνητρό μου ήταν αυτό. Μόνιμο άγχος μου, που θα βρω λεφτά. Για να πιω θα έκανα τα πάντα τότε, θα πήγαινα μέχρι την άκρη του κόσμου. Για να πιω, πήγαινα ακόμα και με άντρες ενεργητικά, έκλεβα εκκλησίες, πούλαγα πράγματα από το σπίτι, έκανα διακίνηση…
Όταν έκλεισα τα είκοσι οχτώ, είχα κουραστεί τόσο πολύ πια, είχα κουράσει τόσο και την οικογένειά μου και είπα «Δεν πάει άλλο, δεν αντέχω, κάτι πρέπει να γίνει». Έτσι λοιπόν πήγα σε ένα πρόγραμμα απεξάρτησης και έμεινα δέκα μήνες καθαρός. Με το που βγήκα, ξανά τα ίδια…
Ξαναμπαίνω μέσα, βγαίνω, τα ίδια πάλι. Ύστερα πήγα σε άλλο πρόγραμμα και μετά άλλο, ενδιάμεσα έμεινα και σε ψυχιατρείο και σε ξενώνα επανένταξης και όλα αυτά με υποτροπιάσεις. Η τελευταία φορά που ήπια ήταν πριν δύο χρόνια και τρεις μήνες.
Σε αυτά τα δύο χρόνια και κάτι είμαι εδώ, στην ΚΛΙΜΑΚΑ. Έχω βρει τους ρυθμούς μου… Ξυπνάω το πρωί, έρχομαι εδώ -έχουμε ομάδα τα πρωινά-, φτιάχνω ρολόγια, κάνω ραδιόφωνο, προσέχω το καφενείο μας, τις Τρίτες έχουμε την ομάδα Cinema, κάνουμε δημιουργική απασχόληση, ατομικές και ομαδικές συνεδρίες και περνάει η μέρα…
Πλέον έχω «θωρακιστεί». Έχουν μπει όρια και νιώθω ωραία. Ήταν μπόρα μάλλον όλο αυτό και πέρασε. Μια μπόρα που κράτησε από τα 14 μέχρι τα 37… Κάποιες φορές αισθάνομαι μειονεκτικά, ξέρεις… Χάθηκε πολύς καιρός που δεν έκανα πράγματα. Ζούσα μόνο για τα ναρκωτικά. Έμεινα πολύ πίσω.
Αν μπορώ να πω μόνο ένα πράγμα στους ανθρώπους εκεί έξω είναι:
«Μακριά από τα ναρκωτικά. Μακριά. Μακριά. Ακόμα και από το πρώτο τσιγάρο. Η καλύτερη μέρα της χρήσης, δε συγκρίνεται με τη χειρότερη της ανάρρωσης… Μη ξεχνάτε τα συμφέροντα που στήνονται στις πλάτες των χρηστών και μπορούν να τους κοστίσουν ακόμα και την ίδια τους τη ζωή. Τόσα λεφτά και… θύματα είναι οι χρήστες».
Μπαίνεις πολύ εύκολα στα ναρκωτικά, αλλά είναι πάρα πολύ δύσκολο να βγεις… Μπορεί στην αρχή να είσαι εντάξει, αλλά δεν υπάρχει καλό τέλος αν δεν καταφέρεις να βγεις από αυτό. Όταν καταφέρεις να βγεις όμως, γίνεσαι πιο ταπεινός, πιο δυνατός…
Τώρα που τα σκέφτομαι όλα αυτά ξανά… Από τύχη ζω! Και αυτό μετά από τη χρήση το εκτιμάς. Τη ζωή».
Ευχαριστούμε θερμά το φίλο μας Χ. που μοιράστηκε μαζί μας την ιστορία του.