Σκοπός του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης είναι η προστασία και η διαφύλαξη των συμφερόντων των προσώπων που τίθενται υπό καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης. Αυτονόητη είναι η σημασία του στον χώρο της ψυχικής υγείας δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος των δικαστικών αποφάσεων αφορούν περιπτώσεις ψυχικά πασχόντων.
Για να τεθεί ένα πρόσωπο σε δικαστική συμπαράσταση θα πρέπει κατά αρ. 1666 Α.Κ να αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας να φροντίζει μόνος για τις υποθέσεις του ή λόγω ασωτίας, τοξικομανίας ή αλκοολισμού να εκθέτει στον κίνδυνο της στέρησης τον εαυτό του, το σύζυγό του, τους κατιόντες του ή τους ανιόντες του. Ως ολική η μερική αδυναμία εννοείται η ανικανότητα διαμόρφωσης ορθολογικής βούλησης και κρίσεως σχετικά με την διαχείριση των υποθέσεων του.
Το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει α.) Την υποβολή ενός προσώπου σε καθεστώς πλήρους ή μερικής στερητικής δικαστικής συμπαράστασης όπου κηρύσσεται ανίκανο για όλες ή για ορισμένες δικαιοπραξίες β.) Την υποβολή του σε επικουρική δικαστική συμπαράσταση, πλήρους ή μερικής, όπου για την ισχύ όλων ή ορισμένων δικαιοπραξιών του απαιτείται η συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη γ.) Σε συνδυασμό των προηγούμενων ρυθμίσεων. Όταν το δικαστήριο αποφασίζει τον συνδυασμό στερητικής και επικουρικής δικαστικής συμπαράστασης, ορίζει ρητά στην απόφασή του ποιές πράξεις δεν μπορεί ο συμπαραστατούμενος να επιχειρεί αυτοπροσώπως και ποιές δεν μπορεί να επιχειρεί χωρίς τη συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη του. Ο συνδυασμός μπορεί να συνίσταται και στο να αφαιρεί το δικαστήριο από αυτόν τον οποίο υποβάλλει σε επικουρική δικαστική συμπαράσταση, την αυτοπρόσωπη διοίκηση της περιουσίας του, είτε να του στερεί ταυτόχρονα και την ελεύθερη διάθεση των εισοδημάτων από αυτήν είτε όχι, και να την αναθέτει στον δικαστικό συμπαραστάτη.
Από τα ανωτέρω γίνεται εύκολα κατανοητή η σημασία του θεσμού στην καθημερινότητα των προσώπων που τίθενται σε δικαστική συμπαράσταση αφού αυτά αποστερούνται εν όλω ΄εν μέρει της δικαιοπρακτικής τους ικανότητας, της διαχείρισης των χρημάτων τους κατ’ ουσίαν , ενώ παρόλο που δεν συνεπάγεται και την ανάθεση της επιμέλειας του προσώπου στον δικαστικό συμπαραστάτη, εκτός εάν αυτό ορίζεται στην δικαστική απόφαση, ο ΚΙΔ προβλέπει ότι ο ιατρός δεν επιτρέπεται να προβεί στην εκτέλεση οποιασδήποτε ιατρικής πράξης χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του ασθενή. Εάν δε ο ασθενής δεν διαθέτει ικανότητα συναίνεσης, η συναίνεση για την εκτέλεση ιατρικής πράξης δίδεται από τον δικαστικό συμπαραστάτη εφόσον αυτός έχει ορισθεί
Σε κάθε περίπτωση στερητικής δικαστικής συμπαράστασης έχουν, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις για την επιτροπεία ανηλίκων. Τα έργα της εποπτείας της δικαστικής συμπαράστασης ασκεί συμβούλιο από τρία έως πέντε μέλη, τα οποία διορίζονται με την ίδια απόφαση που διορίζει τον δικαστικό συμπαραστάτη από συγγενείς ή φίλους του προσώπου που τίθεται σε δικαστική συμπαράσταση.
Αν δεν βρίσκεται κατάλληλο φυσικό πρόσωπο για να διοριστεί δικαστικός συμπαραστάτης η δικαστική συμπαράσταση ανατίθεται σε σωματείο ή ίδρυμα, που έχουν συσταθεί ειδικά για το σκοπό αυτόν και διαθέτουν το κατάλληλο προσωπικό και υποδομή, αλλιώς στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία
Ο δικαστικός συμπαραστάτης επιτελεί λειτούργημα. Η επιμελής ενάσκηση των καθηκόντων του συμβάλλει καθοριστικά στην βελτίωση της ποιότητας ζωής των προσώπων που τίθενται υπό δικαστική συμπαράσταση και διασφαλίζει τα συμφέροντα τους.
Στην πράξη ο θεσμός της δικαστικής συμπαράστασης αντιμετωπίζεται αφενός με καχυποψία αφετέρου υπάρχει και ο κίνδυνος εκμετάλλευσης των προσώπων που τίθενται υπό δικαστική συμπαράσταση και ακόλουθα η ανάγκη για όσο τον δυνατόν μεγαλύτερη διαφάνεια κατά την άσκηση του λειτουργήματος του δικαστικού συμπαραστάτη. Στο πλαίσιο αυτό η Κλίμακα θα ήθελε να καταγράψει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν κατά την ενάσκηση του λειτουργήματος τους οι δικαστικοί συμπαραστάτες των ασθενών που φιλοξενούνται στις δομές της όπως και οι δυσχέρειες που αντιμετωπίζει το προσωπικό της με σκοπό την εξεύρεση πρακτικών λύσεων καθώς και προτάσεων για την βελτίωση του θεσμού.