Η εμπειρία των επιζώντων της αυτοκτονίας — των ανθρώπων που θρηνούν την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου που αυτοκτόνησε — συχνά φέρει βαθιά και πολυσύνθετα συναισθήματα: θλίψη, ενοχή, θυμό, απορία, και πολλές φορές ένα αίσθημα προσωπικής αποτυχίας ή απώλειας ελέγχου. Το βίωμα μίας επιζώσας που απευθύνθηκε πρόσφατα στο Κέντρο Ημέρας για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας, περιγράφοντας την απώλεια του συζύγου της όχι μόνο ως θρήνο, αλλά και ως απώλεια ελέγχου της πραγματικότητας, αναδεικνύει με καθαρότητα τις διαστάσεις που συχνά υποτιμώνται στο δημόσιο διάλογο.
Πρόκειται για έναν άνδρα με μακροχρόνια κατάθλιψη και οικογενειακό ιστορικό ψυχιατρικών διαταραχών — χαρακτηριστικά που, όπως έχουμε παρατηρήσει και σε πληθώρα άλλων περιπτώσεων, είτε δεν αναγνωρίζονται εγκαίρως είτε δεν αντιμετωπίζονται με τη δέουσα σοβαρότητα. Το Κέντρο Ημέρας έχει καταγράψει μεγάλο αριθμό περιστατικών όπου υπήρχαν εμφανείς ενδείξεις ψυχικής νόσου, οι οποίες όμως δεν ενεργοποίησαν εγκαίρως την αναγκαία υποστήριξη.
Η παρουσία ψυχιατρικού ιστορικού — είτε ατομικού είτε οικογενειακού — είναι από τους πιο τεκμηριωμένους παράγοντες κινδύνου για την εκδήλωση αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών. Παρά ταύτα, η ελληνική πραγματικότητα εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από ελλείψεις στην πρόληψη, την πρώιμη διάγνωση και την παρέμβαση. Σε πολλές περιπτώσεις, η συμπτωματολογία παραμένει σιωπηλή, παθολογικοποιείται ως «χαρακτήρας» ή «περίεργη φάση» και δεν μεταφράζεται σε κίνηση προς αναζήτηση βοήθειας.
Η αυτοκτονία, σε αντίθεση με τη συχνή κοινωνική πεποίθηση, δεν είναι στιγμιαία απόφαση, αλλά το αποκορύφωμα μιας μακράς εσωτερικής διεργασίας, που συχνά θα μπορούσε να είχε διακοπεί και αντιμετωπιστεί, εφόσον υπήρχε κατάλληλη, έγκαιρη και ουσιαστική υποστήριξη. Οι επιζώντες της αυτοκτονίας δεν είναι απλώς «μάρτυρες» ενός τραγικού γεγονότος· φέρουν μέσα τους την ιστορία της πρόληψης μίας πρώιμης απώλειας που δεν έγινε πραγματικότητα. Η πρόληψη της αυτοκτονίας, για να είναι ουσιαστική, πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο το άτομο που νοσεί, αλλά και το περιβάλλον του, τη θεραπευτική του πορεία αλλά και το πλέγμα της κοινότητας που το περιβάλλει.
Εδώ και χρόνια το Κέντρο για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας εφαρμόζει την ψυχολογική αυτοψία, η οποία είναι μία από τις αποτελεσματικότερες μεθόδους για τη κατανόηση των κοινωνικών, ψυχολογικών και βιολογικών χαρακτηριστικών των αυτοχείρων. Ο συνδυασμός της ψυχολογικής αυτοψίας με την ανάλυση των βιολογικών παραγόντων στην αυτοκτονία, τεκμηριωμένα μπορούν να λειτουργήσουν καταλυτικά στην αποτελεσματικότητα της αναγνώρισης του αυτοκαταστροφικού ασθενούς και στη πρόληψη της αυτοκτονίας γενικότερα.