Ο όρος πυρομανία (από τις λέξεις πῦρ, μανία) αναφέρθηκε πρώτη φορά το 19ο αιώνα, περιγράφοντας τον παθολογικό εμπρησμό. Σήμερα, η πυρομανία ανήκει στις διαταραχές ελέγχου παρορμήσεων και σχετίζεται όχι μόνο με τον εμπρησμό, αλλά και με την ακατανίκητη έλξη του ατόμου από τη φωτιά γενικότερα.
Η πυρομανία σύμφωνα με ειδικούς επιστήμονες είναι μια διαταραχή η οποία δεν έχει διερευνηθεί αρκετά και πιθανά υποεκτιμάται στο σύνολο των διαταραχών ελέγχου παρορμήσεων και σύμφωνα με μελέτες στις Η.Π.Α, η συχνότητα εμφάνισής της στον πληθυσμό είναι μικρότερη από 1%. Διαταραχή ελέγχου παρορμήσεων, είναι η ακατανίκητη επιθυμία για μια πράξη, ή συμπεριφορά, που μπορεί να είναι παράλογη, ή βλαπτική για τον ίδιο, ή για τρίτους και την οποία το άτομο δε μπορεί να ελέγξει. Άλλες τέτοιες διαταραχές είναι η εξάρτηση από τυχερά παιχνίδια (τζόγος), το ίντερνετ, η ονιομανία κ.α.
Η πυρομανία, είναι σημαντικά συχνότερη σε άντρες, σε ποσοστό 99% και η πάθηση έχει συνήθως τις ρίζες της στην εφηβική και μετεφηβική ηλικία, που όμως σε μεγάλο ποσοστό συνυπάρχει με διαταραχές της αγωγής, ή αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας, γεγονός που καθιστά υπερβολικά δυσχερή τη διάγνωση της αμιγούς διαταραχής.
Πυρομανία, ονομάζεται η ακατανίκητη ανάγκη κάποιου να ανάψει φωτιά, μια ανάγκη κατά βάση ψυχολογική, την οποία δε μπορεί να αντιληφθεί ο περισσότερος κόσμος.
Διάγνωση διαταραχής
Η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρία έχει θέσει πολλά κριτήρια, προκειμένου να θεωρήσει κάποιον πυρομανή. Αρχικά πρέπει να έχει επαναλάβει αρκετές φορές την πράξη του και με τη θέλησή του, κατόπιν ακατανίκητης παρόρμησης, ή να έχει μια ισχυρή επιθυμία να παρακολουθεί φωτιές. Το άτομο νιώθει μια ακατανίκητη ένταση, ή συγκινησιακή διέγερση πριν τον εμπρησμό, η οποία ακολουθείται από ευχαρίστηση και κυρίως ανακούφιση όταν πια ανάβει τη φωτιά, ή συμμετέχει στην πυρόσβεση.
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι ότι οι εμπρησμοί δε γίνονται για οικονομικά οφέλη, ή ως κοινωνική-πολιτική ιδεολογία, ή για να κρύψει το άτομο κάποια εγκληματική ε¬νέργεια, ή ως εκδίκηση, θυμός, ή ως απάντηση σε κάποια παραληρητική ιδέα, ή ψευδαίσθηση, ή στα πλαίσια νοητικής αναπηρίας, ή χρήση ουσιών.
Τα άτομα αυτά συνήθως περνούν πολύ χρόνο κοντά σε πυροσβεστικά τμήματα, μπορούν να γίνουν ακόμα και πυροσβέστες και συχνά παρακολουθούν φωτιές σε γειτονιές. Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο, να βάζουν μικρές φωτιές, ή να απενεργοποιούν συναγερμούς, προκειμένου να έρθουν σε επαφή με τα πυροσβεστικά οχήματα και τον εξοπλισμό τους γενικότερα.
Προκειμένου να μη συγχέουμε την πυρομανία με τον εμπρησμό, ενδεικτικά αναφέρουμε, βάση έρευνας στην Αμερική (2013) πως μόνο το 3% των φυλακισμένων για εμπρησμό, πληροί τα κριτήρια για πυρομανία.
Θεραπεία
Υπάρχει ισχυρή ένδειξη ότι τα άτομα που πάσχουν από διαταραχή ελέγχου παρορμήσεων, συμπεριλαμβανομένης της πυρομανίας, ανταποκρίνονται ικανοποιητικά σε φαρμακευτική αγωγή με SSRI, σταθεροποιητικά της διάθεσης και ανταγωνιστές οπιοειδών (Mclntyre, Moral, Serradell, & Prous, 2006). Πιο πρόσφατες έρευνες (2009) αναφέρουν ότι η ναλτρεξόνη, οι b-blockers και το λίθιο, έχουν καλύτερα αποτελέσματα. Συνηθισμένη πρακτική είναι επίσης η ψυχοθεραπεία. Ωστόσο υπάρχει ένα τεράστιο κενό στη βιβλιογραφία, όσον αφορά τη θεραπεία των διαταραχών ελέγχου παρορμήσεων και κυρίως της πυρομανίας.
*Η εμπρηστική συμπεριφορά που εκδηλώνεται σε έδαφος ψυχικής διαταραχής δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με ποινικά μέτρα. Απαιτείται η ολοκληρωμένη θεραπευτική αντιμετώπιση του ατόμου.